[27,3] III. Ὅτι οἱ περὶ τὸν Τεβέριον καὶ Ποστόμιον καὶ Ἰούνιον κατὰ τοὺς
αὐτοὺς καιροὺς ἐπιπορευόμενοι τὰς νήσους καὶ τὰς κατὰ τὴν Ἀσίαν πόλεις
πλεῖστον δ᾽ ἐν τῇ Ῥόδῳ, (2) καίπερ οὐ προσδεομένων τῶν Ῥοδίων κατὰ
τοὺς τότε χρόνους. (3) Ἁγησίλοχος γάρ, τότε πρυτανεύων, ἀνὴρ τῶν
εὐδοκιμούντων, ὁ καὶ μετὰ ταῦτα πρεσβεύσας εἰς τὴν Ῥώμην, ἔτι πρότερον
ἅμα τῷ φανερὸν γενέσθαι διότι μέλλουσι πολεμεῖν Ῥωμαῖοι τῷ Περσεῖ,
τἄλλα τε παρακεκλήκει τοὺς πολλοὺς ὑπὲρ τοῦ κοινωνεῖν τῶν αὐτῶν
ἐλπίδων καὶ τετταράκοντα ναῦς συμβουλεύσας τοῖς Ῥοδίοις ὑποζωννύειν,
(4) ἵν᾽, ἐάν τις ἐκ τῶν καιρῶν γένηται χρεία, μὴ τότε παρασκευάζωνται πρὸς
τὸ παρακαλούμενον, ἀλλ᾽ ἑτοίμως διακείμενοι πράττωσι τὸ κριθὲν ἐξ
αὐτῆς. (5) Ἃ τότε προφερόμενος τοῖς Ῥωμαίοις καὶ δεικνὺς ὑπὸ τὴν ὄψιν
τὰς παρασκευάς, εὐδοκουμένους τῇ πόλει τοὺς πρεσβευτὰς ἐξαπέστειλεν.
Οἱ δὲ περὶ τὸν Τεβέριον ἀποδεδεγμένοι τὴν τῶν Ῥοδίων εὔνοιαν
ἐκομίζοντο εἰς τὴν Ῥώμην. —
| [27,3] III. Cependant Tibérius et Postumius visitaient les îles et les villes
d'Asie, ils s'arrêtèrent surtout à Rhodes, (2) quoique leur présence n'y fût
pas nécessaire. (3) Car Hégésiloque, qui était alors prytane, homme d'une
grande distinction et qui plus tard fut chargé d'une ambassade en Italie,
avait engagé ses concitoyens, aussitôt qu'il avait vu que les Romains
lutteraient bientôt contre Persée, à partager la fortune de Rome : il les
avait même poussés à réparer quarante vaisseaux, (4) afin que, comme les
Romains réclamaient leur assistance, ils ne se préparassent pas
seulement à leur obéir, mais que suffisamment disposés ils fissent sur-le-champ ce qu'on leur demanderait. (5) Il étala tous ces travaux aux yeux
des commissaires, qui partirent très satisfaits. Tibérius, après avoir loué
le zèle des Rhodiens, revint à Rome.
|